Με τη Γερμανία, την Ολλανδία, την Πολωνία, τη Ρουμανία και άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης να δοκιμάζονται από τις τεράστιες αγροτικές κινητοποιήσεις – που σε ορισμένες περιπτώσεις συνοδεύονται και από αντίστοιχες άλλων κοινωνικών ομάδων – στο Παρίσι επικρατεί έκδηλη ανησυχία για τη συμμετοχή και των Γάλλων αγροτών σε αυτό το μέτωπο.
Μέχρι χθες οι κινητοποιήσεις των Γάλλων αγροτών, ήταν μάλλον περιορισμένης κλίμακας και είχαν οδηγήσει στον αποκλεισμό μόνο ενός αυτοκινητόδρομου, του Α64.
Αλλά όσο στις άλλες χώρες η κατάσταση παραμένει έκρυθμη και εκτεταμένα οδικά δίκτυα έχουν παραλύσει, ο πρόεδρος Μακρόν παρακολουθεί τις εξελίξεις νιώθοντας έντονα την απειλή επανάληψης κινητοποιήσεων, που θα θυμίζουν εκείνες των «κίτρινων γιλέκων».
Οι Γάλλοι αγρότες έχουν θέσει αιτήματα όπως η μείωση του κόστους της ενέργειας, κάποιες φορολογικές απαλλαγές και η μείωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Αποτέλεσμα αυτής της κίνησης ήταν ο πρωθυπουργός Γκαμπριέλ Ατάλ να δεχθεί χθες Δευτέρα στο Παρίσι εκπροσώπους συνδικάτων των αγροτών, αναβάλλοντας εκ παραλλήλου τις συζητήσεις στην Εθνοσυνέλευση επί ενός νομοσχεδίου που αφορά τον γαλλικό γεωργικό τομέα.
Στόχος των κινητοποιήσεων είναι οι Βρυξέλλες και η «Πράσινη Συμφωνία» για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, αλλά και οι εθνικές κυβερνήσεις «που δεν λαμβάνουν μέτρα» για τη μείωση του κόστους της αγροτικής παραγωγής, το οποίο εν μέρει προκύπτει από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η γαλλική εφημερίδα Les Echos επισημαίνει ότι ο υψηλός επισιτιστικός πληθωρισμός στην Ευρώπη, που έφτασε ακόμη και στο 20% στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Μάρτιο του 2023, μπορεί να ωφέλησε ορισμένους αγρότες αλλά αυτό δεν ισχύει για όλους.
Η αγροτική παραγωγή μειώθηκε κατά 0,8% στη Γαλλία πέρυσι, ενώ η Eurostat αναφέρει ότι οι τιμές των γεωργικών προϊόντων μειώνονται απότομα, με το τρίτο τρίμηνο να έχουν παρουσιάσει στην ΕΕ μείωση κατά 9%.
Η εφημερίδα Figaro σημειώνει ότι «από το Βερολίνο στο Παρίσι και από τη Βαρσοβία στο ‘Αμστερνταμ, τα στοιχεία των συνθηκών διαφέρουν αλλά η δομή της κρίσης είναι η ίδια. Είναι η συνέπεια μιας ανησυχητικής λογικής, μιας ευρωπαϊκής αγροτικής αποανάπτυξης που δεν λέει το όνομά της».