Την Εθνική Γλυπτοθήκη στην Αθήνα είχαν την ευκαιρία να επισκεφτούν οι μαθητές και μαθήτριες του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Αργολίδας, μέσα στα πλαίσια εκπαιδευτικής επίσκεψης την οποία πραγματοποιήσαν πρόσφατα. Ως γνωστό η Εθνική Γλυπτοθήκη έχει εγκαινιαστεί τον Ιούλιο του 2004 και βρίσκεται στο Άλσος Στρατού στο Γουδή.
Είναι γνωστό ότι η άνθηση που γνώρισε η γλυπτική στην αρχαία Ελλάδα,έδωσε έργα απαράμιλλης αισθητικής τα οποία κοσμούν τα Αρχαιολογικά Μουσεία της χώρας μας, αλλά δυστυχώς και άλλων μεγάλων Μουσείων του κόσμου στα οποία βέβαια περιήλθανμε παράνομες διαδικασίες. Επίσης είναι γνωστό ότι μετά τους ελληνιστικούς χρόνους η γλυπτική τέχνη υποχώρησε και σταδιακά έσβησε με κύρια αιτία την επικράτηση του Χριστιανισμού,αποτέλεσμαδε των νέων συνθηκών ήταν, να περιοριστεί σε ένα ρόλο εντελώς διακοσμητικό.Στους μεταβυζαντινούς χρόνους η γλυπτική επιβίωσε στη λαϊκή τέχνη,(μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα), με τους λαϊκούς τεχνίτες και ιδιαίτερα τους Τήνιους να δημιουργούν έργα λαϊκής τέχνηςτα οποία συναντούμε σε τέμπλα Ναών, μαρμάρινες κρήνες, υπέρθυρα κ.α.
Οι μαθητές-τριες του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Αργολίδας,ξεναγήθηκαν στην Εθνική Γλυπτοθήκη από την εικαστικό καθηγήτριά τους κ. Μάγδα Μάρα, με πρώτο «σταθμό» τα μαρμάρινα υπέρθυρα τα οποία ενσωματώνονται στην κυκλαδίτικη Αρχιτεκτονική και συναντιούνται ιδιαίτερα στην Τήνο.Αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία λαϊκής ανώνυμης μαρμαροτεχνίαςμοναδικήςσημασίας, γιατί συνδέονται με την είσοδο του σπιτιού, που αποτελεί το σύνορο ανάμεσα στον έξω κόσμο και τον ιδιωτικό χώρο.
Οι φεγγίτες είναι μια ξεχωριστή κατηγορία υπέρθυρωνιδιαίτερα διαδεδομένα στην Τήνο. Έχουν σχήμα μαρμάρινης αψίδας σκαλισμένη με διάτρητα διακοσμητικά στοιχείακαι τοποθετούνται πάνω από τις πόρτες ή τα παράθυρα παίζοντας έναν καίριο δομικό ρόλο, γιατί καλύπτουν το ανακουφιστικό τρίγωνο πάνω από το παράθυρο, επιτρέποντας παράλληλα στο φως να εισχωρήσει στο εσωτερικό του σπιτιού.Έχουν επίσηςκαι έναν αισθητικό ρόλο,αφού κοσμούνται με διάφορες παραστάσεις και σύμβολα που έχουν συχνά φυλακτικό ή αποτροπαϊκό χαρακτήρα.
Τα υπέρθυρα και οι φεγγίτες είναι ανώνυμα δείγματα λαϊκής γλυπτικής, λίγο πριν την εμφάνιση της επίσημης γλυπτικής στο ελεύθερο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Το μοναδικό επώνυμο έργο (φεγγίτης),είναι ο «Ανεμόμυλος»,που οι μαθητές και μαθήτριές μας δεν παρέλειψαν να φωτογραφήσουν, έργο που φιλοτέχνησε το 1837 ο μαρμαρογλύπτης Χατζηαντώνης Λύτρας, πατέρας του σημαντικότατου ζωγράφου του 19ου αιώνα Νικηφόρου Λύτρα.
Η ξενάγηση συνεχίστηκε με τα έργα της Επτανησιακής Γλυπτικής, η οποία έφερε στο προσκήνιο στις αρχές του 19ου αιώνα τη ξεχασμένη γλυπτική τέχνη, αποδεσμεύονταςτην από τον δευτερεύοντα διακοσμητικό της ρόλο,με τον Π.Προσαλέντη, (τον πρεσβύτερο), ο οποίος υπήρξε ο πρώτος ακαδημαϊκός νεοέλληνας γλύπτης, ο οποίος το έτος 1811 ίδρυσε την πρώτη Καλλιτεχνική Σχολή στον ελληνικό χώρο, την Επτανησιακή Σχολή, η οποία αργότερα φέρνει στο προσκήνιο τον Κεφαλλονίτη γλύπτη Γιώργο Μπονάτο (1863 – 1940
Στη συνέχεια οι μαθητές και μαθήτριες μας, ξεναγήθηκαν στη Νεοκλασική γλυπτική, η οποία ξεκινά το 1847 με τον ερχομό στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος του Γερμανού γλύπτη Κρίστιαν Ζίγκελ, (αρχικά στο Ναύπλιο, τον γνωρίζουμε από το έργο του «Το λιοντάρι των Βαυαρών»). Στη συνέχεια, με την ίδρυση του Σχολείου των Τεχνών στην Αθήνα, (μετά την μετακίνηση της ελληνικής πρωτεύουσας εκεί), η γλυπτική άρχισε να διδάσκεται συστηματικά από τον ίδιο τον Ζίγκελ, ο οποίος έφερε στην Ελλάδα το νεοκλασικιστικό πνεύμα που επικρατούσε στην Ευρώπη από τα μέσα του δέκατου όγδοου αιώνα. Οι μαθητές και μαθήτριες θαύμασαν τα έργα των σημαντικών γλυπτών του 19ου αιώνα του Ιωάννη Κόσσου, των Τηνίων Γεώργιου και Λάζαρου Φυτάλη και του Ναυπλιώτη Λεωνίδα Δρόση, που φιλοτέχνησε τον γλυπτικό διάκοσμο της Ακαδημίας Αθηνών και αναδείχθηκε στον σημαντικότερο εκπρόσωπο του κλασικισμού στην Ελλάδα.
Ακολούθως τα παιδιά μας ήρθαν σε επαφή με τα έργα του σημαντικότατων Ελλήνων Γλυπτών, όπως του Λάζαρου Σώχου, που τον γνωρίζουμε όλοι μας από το υπέροχο μπρούτζινο έφιππο ανδριάντα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, έργο το οποίο κοσμεί πάνω από έναν αιώνα τώρα, το ιστορικό πάρκο του Ναυπλίου.
Ο επόμενος σταθμός μας ήταν στα έργα του Γιαννούλη Χαλεπά, ο οποίος αποτελεί μια εντελώς ιδιαίτερη περίπτωση στη νεοελληνική γλυπτική, αφού η τραγική του μοίρα σημάδεψε την καλλιτεχνική του πορεία. Όλοι μας θαυμάσαμε τα μοναδικής καλλιτεχνικής αξίας έργα της νεανικής του περιόδου, κατά την οποία επεξεργάστηκε θέματά εμπνευσμένα κυρίως από την αρχαιότητα και την ελληνική μυθολογία, όπως ο «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα» (1877),το «Κεφάλι Σατύρου» (1878) και βέβαια το εξαίσιο σε σύλληψη και απόδοση αριστούργημά του, την «Κοιμωμένη», έργο στο οποίο οι μαθητές-τριες μας έμειναν αρκετά θέλοντας να μάθουν πολλές διασαφηνίστηκες λεπτομέρειες.
Βέβαια οι μαθητές-τριες μας ήρθαν σε πρώτη επαφή και με τα έργα του ίδιου καλλιτέχνη, τα οποία φιλοτέχνησε κατά τη δεύτερη περίοδο της καλλιτεχνικής του αφύπνισης μετά τον επί σαράντα έτη εγκλεισμό του στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας.
Στη συνέχεια οι μαθητές-τριες του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Αργολίδας, είχαν την μεγάλη ευκαιρία να ξεχωρίσουν τις διαφορές μεταξύ αφηρημένης και αφαιρετικής, απλοποιητικής γλυπτικής, τάσεις οι οποίες εμφανίζονται από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, όπου οι γλύπτες καλλιτέχνες αρχίζουν να υιοθετούν πιο απλοποιημένες και αφαιρετικές φόρμες. Αυτό δίνει τη δυνατότητα για τηνεκφραστική «εξπρεσιονιστική» απόδοση της ανθρώπινης μορφής, η οποίαεδώ χρησιμοποιείται και ως μέσο για να εκφραστούν πολιτικές ή κοινωνικές διαμαρτυρίες και θέματα της επικαιρότητας, αγωνιώδεις ψυχικές καταστάσεις ή προσωπικά βιώματα των ιδίων των καλλιτεχνών.
Το τελευταίο μέρος της περιήγησής μας στην Εθνική Γλυπτοθήκη ήταν στη σύγχρονη μορφή της γλυπτικής, όπου τα νέα υλικά παίζουν δυναμικό ρόλο καθώς και η τεχνολογία αλλά και τα υλικά μέσα που ανατρέπουν κάθε σύνδεση με το παρελθόν, δίνοντας έμφαση στην απόδοση της έκφρασης, (όπως το έργο με τα αποκαΐδια από το Πολυτεχνείο που δημιούργησε ο γλύπτης Θεόδωρος Παπαγιάννης).
Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την «δια ζώσης» επαφή με ένα έργο τέχνης. Η συγκίνηση μετατρέπεται σε εμπειρία και η γνώση κατακτιέται με την αποκαλυπτική δύναμη της βιωματικής μάθησης. Τα Εθνικά Μουσεία μας δίνουν το μεγάλο προνόμιο της γνώσης μέσω της επίγνωσης του ίδιου μας του εαυτού και αυτός βέβαια είναι ο λόγος της ιδρύσεώς τους.