Η τελευταία δημόσια εμφάνιση του Βασιλιά Γεωργίου Β’ έγινε σε μια εκδήλωση το βράδυ της 31ης Μαρτίου 1947, παραμονή του αιφνίδιου θανάτου του
του Κώστα Μπογδανίδη
Εκείνο το ξημέρωμα, της 1ης Απριλίου1947, διαδόθηκε σαν αστραπή η είδηση του θανάτου του βασιλιά Γεωργίου. Κανείς δεν το πίστευε. Ακούστηκε αρχικά σαν πρωταπριλιάτικο ψέμα. Οι περισσότεροι θεώρησαν ότι ήταν μία καλοστημένη φάρσα για να τηρηθεί το έθιμο. Κι όμως λίγο αργότερα η χώρα, που βρισκόταν εν μέσω του εμφύλιου σπαραγμού, μάθαινε από τα έκτακτα παραρτήματα των εφημερίδων και το κρατικό ραδιόφωνο ότι ο Γεώργιος είχε εγκαταλείψει τα εγκόσμια από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία μόλις 57 ετών.
Η τελευταία δημόσια εμφάνιση του Βασιλιά Γεωργίου Β’ έγινε σε μια εκδήλωση το βράδυ της 31ης Μαρτίου 1947, παραμονή του αιφνίδιου θανάτου του. Ο ίδιος έμοιαζε καταβεβλημένος καθώς ανέβαινε με καταφανώς ιδιαίτερη προσπάθεια την κεντρική σκάλα του κινηματογράφου ΠΑΛΛΑΣ, για να παραστεί σε επίσημη εκδήλωση. Μέχρι τότε δεν είχε ακουστεί-και πώς άραγε θα γινόταν κάτι τέτοιο-ότι ο βασιλιάς αντιμετώπιζε πρόβλημα με την υγεία του. Όσοι τον είδαν εκείνο το βράδυ πάντως της 31ης Μαρτίου αντελήφθησαν ότι ο «βασιλιάς δεν ήταν σε φόρμα».
Είχαν περάσει έτσι κι αλλιώς αρκετά πολυτάραχα χρόνια για τον Γεώργιο Γλύξμπουργκ, η βασιλεία του οποίου δεν ήταν ομαλή. Όπως δεν ήταν και του πατέρα του, του Κωνσταντίνου-ο βασικός πρωταγωνιστής του Εθνικού Διχασμού- και εκείνος ως πρωτότοκος γιος του βίωσε όλη την περιπέτεια της οικογένειάς του, αλλά και της ίδιας της χώρας.
Η Πρωταπριλιά…
Ο διχασμένος ελληνικός λαός υποδέχθηκε την αναγγελία του θανάτου του με ανάμεικτα συναισθήματα. Για την παράταξη των εθνικοφρόνων συμβόλιζε τον αγώνα κατά του «κομμουνιστικού εφιάλτη» και για τους Αριστερούς τον «εκπρόσωπο των ξένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στη χώρα» και ως «τον βασιλιά που κατέλυσε τη δημοκρατία στην Ελλάδα». Για τους κεντρώους-φιλελεύθερους ήταν μέχρι πριν τον πόλεμο ένας βασιλιάς που ταυτίστηκε με τους λαϊκούς ενώ τα τελευταία χρόνια έκανε ανοίγματα προς τους βενιζελικούς. Το χρωστούσε άλλωστε διότι ο Γεώργιος επέστρεψε στην Ελλάδα με την «συγκατάθεση» του Βενιζέλου και των άλλων αρχηγών των κομμάτων. Έχει γραφτεί μάλιστα ότι η πρώτη επαφή μεταξύ Γεωργίου-Βενιζέλου έγινε στο Λονδίνο εμμέσως. Είχε μεσολαβήσει ένα πολιτικός φίλος του εθνάρχη που συνάντησε στην αγγλική πρωτεύουσα τον εξόριστο βασιλιά. Είχαν μέσω του ίδιου προσώπου ανταλλάξει και επιστολές γεγονός που αργότερα ερμηνεύθηκε ως συναίνεση του Βενιζέλου. Το βασικότερο γεγονός είναι πάντως ότι ο Γεώργιος επέστρεψε στο θρόνο μετά από ένα δημοψήφισμα που διενήργησε η κυβέρνηση του πάλαι ποτέ δημοκρατικού Κονδύλη και το οποίο χαρακτηρίστηκε νόθο. Και το αποτέλεσμα μιλάει από μόνο του: υπέρ της βασιλείας ψήφισαν 97,8% και υπέρ της δημοκρατίας το 2,12%! Τα «ναι» που καταμετρήθηκαν στη βασιλεία ήταν περισσότερα και από τους εγγεγραμμένους ψηφοφόρους! Αυτό ασφαλώς δεν απαλλάσσει των ευθυνών τους τα δημοκρατικά κόμματα και ιδιαίτερα τους Βενιζελικούς που επιχείρησαν δύο φορές με στρατιωτικό πραξικόπημα να αλλάξουν το ρου των γεγονότων, ενώ καθυστέρησαν μάλλον αρκετά να επικρίνουν το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Αυστηρή κριτική ασκήθηκε και στον Βενιζέλο προσωπικά επειδή μετά το δημοψήφισμα «άδειασε» τους τοποτηρητές του κόμματος των Φιλελευθέρων(Σοφούλης, Καφαντάρης, Μυλωνάς) οι οποίοι δεν επιθυμούσαν να αναγνωρίσουν το αποτέλεσμα. Και κάλεσαν τον ίδιο τον Γεώργιο να το αποκηρύξει. Ωστόσο,ο Βενιζέλος έσπευσε να δηλώσει ότι θα μπορούσε να δοθεί μία δοκιμαστική περίοδος χάριτος στον Γεώργιο εάν εκείνος δηλώσει ότι «θα είναι βασιλεύς όλων των Ελλήνων», ότι θα υπερασπιζόταν το Σύνταγμα και τις ελευθερίες. Και τα δύο ήταν εύκολο να τα υποσχεθεί ο Γεώργιος και ακόμη ευκολότερο να μην τα τηρήσει…
Η αρχή…
Ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’ γεννήθηκε στην Αθήνα (στο Τατόι) την 7 Ιουλίου 1890. Ήταν πρωτότοκος γιός του Κωνσταντίνου και της Σοφίας. Φοίτησε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία το 1909 εξήλθε με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού του Πεζικού. Για πολύ λίγο διάστημα υπηρέτησε στο 1ο Σύνταγμα Πεζικού. Αναχώρησε για την Γερμανία όπου συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Στρατιωτική Ακαδημία και επιστρέφοντας έγινε υπασπιστής του παππού του, Γεωργίου του Α’.
Έλαβε μέρος στο πλευρό του πατέρα του στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-13 τον οποίο και ακολούθησε την περίοδο του διχασμού και στην εξορία του τα τρία χρόνια, από το 1917 έως το 1920. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1920 ως διάδοχος και πήρε μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία 1919-22, ως Διοικητής του 1ου Συντάγματος Πεζικού. Στο μεσοδιάστημα είχε παντρευτεί την Ελισάβετ της Ρουμανίας την οποία όμως μερικά χρόνια αργότερα χώρισε. Η μικρασιατική καταστροφή, η επανάσταση ήταν τα γεγονότα που έφεραν τον Γεώργιο στον θρόνο. Το αποτυχημένο όμως κίνημα Γαργαλίδη-Λεοναρδόπουλου στάθηκε η αφορμή για να αποχωρήσει και ο ίδιος από την Ελλάδα. Ήταν 25 Μαρτίου 1924 όταν καταργήθηκε η βασιλεία και ανακηρύχθηκε η αβασίλευτη δημοκρατία. Για τον Γεώργιο άρχισε μια νέα εποχή. Μετά από ένα βραχύ διάστημα παραμονής στη Γερμανία πήγε στην Αγγλία όπου κι έμεινε ως την Παλινόρθωση του στέμματος. Η παραμονή του στην Αγγλία ήταν καθοριστική για την μετέπειτα στάση του. Συνδέθηκε με την βασιλική αυλή, τους Βρετανούς πολιτικούς, λησμόνησε μια και καλή την γερμανική κουλτούρα, τις ρίζες της οικογένειας, τους δεσμούς του πατέρα του με την χώρα του Κάιζερ στην οποία ανέτειλε το «αστέρι» του Αδόλφου Χίτλερ. Η περίοδος εκείνη εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τον προσανατολισμό της Ελλάδας προς την Αγγλία τα μετέπειτα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά. Καίτοι ο εμπνευστής της 4ης Αυγούστου ήταν γερμανοσπουδαγμένος, γερμανόφιλος και λάτρης του Γ’ Ράιχ, η χώρα μας ήταν ασφαλώς προσδεμένη στο άρμα των Εγγλέζων. Και αυτό οφειλόταν κύρια στον Γεώργιο οποίος ήταν ο ουσιαστικός και τυπικός ισχυρός άνδρας του καθεστώτος. Ένας εκ των πολιτικών ηγετών της περιόδου μάλιστα όταν διαμαρτυρήθηκε για τον περιορισμό των συνταγματικών ελευθεριών και τον άκουσε να τον παραπέμπει στον Μεταξά ανταπάντησε στον βασιλια:
«Ο Μεταξάς δεν είχε ποτέ τη δύναμη να κινήσει και τον μικρόν του δάκτυλον εναντίον των ελευθεριών του τόπου. Δικό σας έργο είναι…»
Η παλινόρθωση του στέμματος έγινε στις 25 Νοεμβρίου 1935. Σε λιγότερους από 9 μήνες κι αφού είχαν πεθάνει οι Βενιζέλος, Κονδύλης, Τσαλδάρης, Ζαΐμης και Παπαναστασίου αρκετά αργότερα) έδωσε το «πράσινο φως» στον Μεταξά να καταλύσει τη δημοκρατία και να εγκαθιδρύσει μία από τις χειρότερες δικτατορίες που γνώρισε ποτέ ο τόπος. Ο Μεταξάς ήταν το υποχείριο του Γεωργίου-άλλωστε φοβόταν πάντα μην τον ανατρέψει ο βασιλιάς-και γι’ αυτό η δικτατορία μάλλον δικαιωματικά ανήκει στο Παλάτι. Μερικά από τα καλύτερα μυαλά του τόπου βρέθηκαν στις φυλακές και την εξορία. Τα νιάτα της Ελλάδας έπρεπε να ταπεινωθούν ή να βρεθούν στην γωνία. Και δεν έκανε πίσω ακόμη και την περίοδο που τα σύννεφα του πολέμου κάλυπταν και την περιοχή μας. Μόνο όταν χρειάστηκε να εξευμενίσει τους Κρητικούς (που ήταν πολέμιοι του καθεστώτος) όταν θα υποχωρούσε η κυβέρνηση στην Κρήτη-μετά την εισβολή των Γερμανών-διόρισε πρωθυπουργό τον Εμμανουήλ Τσουδερό.
Μετά και την κατάληψη του νησιού από τους Γερμανούς αναχώρησε για την Μέση Ανατολή και όλα τα χρόνια έμεινε στο εξωτερικό. Επέστρεψε στις 27 Σεπτεμβρίου 1946 κι αφού είχε προηγηθεί δημοψήφισμα-έμεινε στο θρόνο ως την 1η Απριλίου 1947 οπότε και πέθανε για να τον διαδεχθεί ο αδελφός του Παύλος.
ΠΗΓΕΣ:
ΠΑΤΡΙΣ
Τύπος της Εποχής
Ημερολόγιο Ιωάννη Μεταξά
4η Αυγούστου και εξωτερική πολιτική, Σπύρου Λιναρδάτου
Η ελληνική δημοκρατία, Άλκη Ρήγου
Παλινόρθωση και Δικτατορία, Κωνσταντίνου Καλιγά
Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Νικολάου Σβορώνου
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β’ Του Δ. Καλογεροπούλου( 1949 από τον οίκο Χ.Γ. Κορνάρου)
Η Κρήτη από τις αρχές του 20ου αιώνα στη γερμανική κατοχή, Αλίκη Παλιού-Τσικνάκη.